Παραμονή Πρωτομαγιάς του 1999. Ένα ήσυχο ανοιξιάτικο μεσημέρι στη Φθιώτιδα. Τίποτα δεν προμήνυε ότι σε λίγα λεπτά θα γραφόταν μια από τις φονικότερες τραγωδίες της περιοχής – και μια από τις πιο τρομακτικές στην ιστορία των ελληνικών δρόμων.
Στις 30 Απριλίου, άνδρες της Τροχαίας σταματούν στον τότε περιφερειακό δρόμο των Καμένων Βούρλων ένα βυτιοφόρο γεμάτο προπάνιο, με οδηγό τον Ανδρέα Παπακωνσταντίνου από τη Φθιώτιδα. Λίγα λεπτά αργότερα, ένα φορτηγάκι τύπου βαν που οδηγεί ο Κωνσταντίνος Μανανάς από τη Λαμία προσκρούει στο πίσω μέρος του οχήματος. Το αποτέλεσμα: φωτιά.
Η Πυροσβεστική Λαμίας σπεύδει με ένα όχημα στο σημείο. Επιβαίνουν οι Αρχιπυροσβέστες Στάθης Ριζόπουλος, Νίκος Νικολάου και ο Πυρονόμος Σωτήρης Σταμέλος. Δεν προλαβαίνουν να ξεκινήσουν την κατάσβεση.
Μια τρομακτική έκρηξη συγκλονίζει την περιοχή.
Θραύσματα σαν τορπίλες, σπίτια διαλυμένα, 15 τραυματίες. Η έκρηξη σκορπά τον θάνατο και τον τρόμο. Οι τρεις πυροσβέστες σκοτώνονται επί τόπου, ενώ ο οδηγός του βυτιοφόρου βρίσκεται νεκρός δεκάδες μέτρα μακριά, χτυπημένος στο κεφάλι από κομμάτι λαμαρίνας που εκτοξεύτηκε με απίστευτη δύναμη.
Ο ίδιος, λίγο πριν πεθάνει, προειδοποιούσε τους γύρω να απομακρυνθούν, όμως δεν πρόλαβε να σωθεί. Τα μεταλλικά κομμάτια του βυτιοφόρου εκτοξεύονται σαν πύραυλοι, φτάνοντας μέχρι ένα χιλιόμετρο μακριά, διαλύοντας στέγες και χωράφια. Ένα τεράστιο κομμάτι καρφώθηκε στην κεραμοσκεπή ενός διώροφου σπιτιού σε απόσταση 200 μέτρων.
Ο απολογισμός: 4 νεκροί και 15 τραυματίες.
«Αν δεν άφηνα το πυροσβεστικό να περάσει, δεν θα ζούσα…». Στους πρώτους που φτάνουν στο σημείο είναι και ο εικονολήπτης Γιάννης Ξυδιάς από το Κανάλι Ένα της Λαμίας, μαζί με τον δημοσιογράφο Βασίλη Τσατσάνη. Ο Ξυδιάς έχει δηλώσει αργότερα: «Στη θέση των πυροσβεστών θα ήμασταν εμείς. Άφησα να περάσει το πυροσβεστικό για να τραβήξω πλάνα. Αν δεν το είχα κάνει, σήμερα δεν θα μιλούσαμε…».
Η καταστροφή στα Καμένα Βούρλα παραμένει μία από τις χειρότερες εκρήξεις σε δημόσιο χώρο στη σύγχρονη ελληνική ιστορία και ένα οδυνηρό μάθημα για την επικινδυνότητα της μεταφοράς επικίνδυνων υλικών χωρίς αυστηρά μέτρα προστασίας.